Αφορμή στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αφορμή, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прычына, чыннік
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αφορμή
αφορμή λεξικό, αφορμή περσικών πολέμων, αφορμή γαλλικής επανάστασης, αφορμή του πελοποννησιακού πολέμου, αφορμή συνώνυμα, αφορμή λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αφορμή στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αφοπλισμός στα λευκορωσικά - раззбраенне, раззбраеньне
- αφορίζω στα λευκορωσικά - адлучыць ад
- αφοσίωση στα λευκορωσικά - лаяльнасць, ляяльнасьць, лаяльнасьць, лаяльнасці
- αφουγκράζομαι στα λευκορωσικά - слухаць, падслухоўваць, падслухоўваць чужыя размовы, падслухоўваць каля дзвярэй, падслухаем, каб падслухаць
Τυχαίες λέξεις
Αφορμή στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прычына, чыннік
Μεταφράσεις: прычына, чыннік