Αφορμή στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αφορμή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
excursão, desculpa, dispensar, justificar, desculpar, escusar, causa, porque, causas, motivo, causar
Αφορμή στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αφορμή

αφορμή λεξικό, αφορμή περσικών πολέμων, αφορμή γαλλικής επανάστασης, αφορμή του πελοποννησιακού πολέμου, αφορμή συνώνυμα, αφορμή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αφορμή στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αφοπλισμός στα πορτογαλικά - desarmamento, o desarmamento, de desarmamento, do desarmamento, ao desarmamento
  • αφορίζω στα πορτογαλικά - excomungado, excomungar, excomungá, excommunicate
  • αφοσίωση στα πορτογαλικά - lealdade, fidelidade, fidelização, a lealdade, de fidelidade
  • αφουγκράζομαι στα πορτογαλικά - escute, escutar, ouvir, lista, bisbilhotar, espionar, espiar, ...
Τυχαίες λέξεις
Αφορμή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: excursão, desculpa, dispensar, justificar, desculpar, escusar, causa, porque, causas, motivo, causar