Βελτιώνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: βελτιώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
меліяраваць, будзе меліяраваць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βελτιώνω
βελτιώνω συνώνυμο, βελτιώνω την πόλη μου αιτήματα παράπονα και προτάσεις πολιτών, βελτιώνω αντώνυμο, βελτιώνω την ορθογραφία μου, βελτιώνω αντίθετο, βελτιώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, βελτιώνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- βελτίωση στα λευκορωσικά - паляпшэнне, паляпшэньне
- βελτιώνομαι στα λευκορωσικά - меліяраваць, будзе меліяраваць
- βελόνα στα λευκορωσικά - шпiлька, голка, іголка, іголкі, іголкай
- βενζίνη στα λευκορωσικά - бензін, бэнзін
Τυχαίες λέξεις
Βελτιώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: меліяраваць, будзе меліяраваць
Μεταφράσεις: меліяраваць, будзе меліяраваць