Βελτιώνω στα τούρκικα
Μετάφραση: βελτιώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
düzeltmek, düzelmek, meliorate, iyileşmek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βελτιώνω
βελτιώνω συνώνυμο, βελτιώνω την πόλη μου αιτήματα παράπονα και προτάσεις πολιτών, βελτιώνω αντώνυμο, βελτιώνω την ορθογραφία μου, βελτιώνω αντίθετο, βελτιώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, βελτιώνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- βελτίωση στα τούρκικα - incelik, gelişme, iyileşme, iyileştirme, geliştirme, düzelme
- βελτιώνομαι στα τούρκικα - düzeltmek, düzelmek, meliorate, iyileşmek
- βελόνα στα τούρκικα - iğne, makaralı, iğneli, iğnesi, iğnenin
- βενζίνη στα τούρκικα - benzin, benzinli, benzini, gazolin
Τυχαίες λέξεις
Βελτιώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: düzeltmek, düzelmek, meliorate, iyileşmek
Μεταφράσεις: düzeltmek, düzelmek, meliorate, iyileşmek