Βελτιώνω στα ουγγρικά
Μετάφραση: βελτιώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megjavít
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βελτιώνω
βελτιώνω συνώνυμο, βελτιώνω την πόλη μου αιτήματα παράπονα και προτάσεις πολιτών, βελτιώνω αντώνυμο, βελτιώνω την ορθογραφία μου, βελτιώνω αντίθετο, βελτιώνω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βελτιώνω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- βελτίωση στα ουγγρικά - kifinomultság, tökéletesítés, finomítás, javulás, javítása, javulást, javítását, ...
- βελτιώνομαι στα ουγγρικά - megjavít
- βελόνα στα ουγγρικά - tű, tűt, tűvel, tű-, tűvédő
- βενζίνη στα ουγγρικά - gáz, üzemanyag, benzin, benzines, benzint, a benzin, benzinnel
Τυχαίες λέξεις
Βελτιώνω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: megjavít
Μεταφράσεις: megjavít