Εκκλησίασμα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εκκλησίασμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сход, збор, сходу
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκκλησίασμα
εκκλησίασμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εκκλησίασμα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εκκενώνω στα λευκορωσικά - зьнемагаць, высільваць
- εκκλησία στα λευκορωσικά - царква, царкву, Касцёл
- εκκολάπτομαι στα λευκορωσικά - люк
- εκκρίνω στα λευκορωσικά - хаваць, праступаць
Τυχαίες λέξεις
Εκκλησίασμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: сход, збор, сходу
Μεταφράσεις: сход, збор, сходу