Εκκλησίασμα στα λιθουανικά
Μετάφραση: εκκλησίασμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kongregacija, susirinkimas, susirinkusieji, kongregacijos, kongregaciją
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκκλησίασμα
εκκλησίασμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εκκλησίασμα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εκκενώνω στα λιθουανικά - išeikvoti, ardančių, ardo, suardyti, išeikvotas
- εκκλησία στα λιθουανικά - bažnyčia, bažnyčios, bažnyčių, Church, bažnyčią
- εκκολάπτομαι στα λιθουανικά - liukas, anga, durelės, išperinti, brūkšniuoti
- εκκρίνω στα λιθουανικά - trykšti, almėti, išsiskiria, trykšta, Išskirti
Τυχαίες λέξεις
Εκκλησίασμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kongregacija, susirinkimas, susirinkusieji, kongregacijos, kongregaciją
Μεταφράσεις: kongregacija, susirinkimas, susirinkusieji, kongregacijos, kongregaciją