Εκκλησίασμα στα πολωνικά

Μετάφραση: εκκλησίασμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zebranie, kongregacja, zgromadzenie, parafia, zbór, wierni
Εκκλησίασμα στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκκλησίασμα

εκκλησίασμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, εκκλησίασμα στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • εκκενώνω στα πολωνικά - zwolnić, oczyszczanie, ewakuować, opróżnić, anulować, porzucać, oczyszczać, ...
  • εκκλησία στα πολωνικά - zbór, kościół, cerkiew, religia, Church, kościoła, kościółek, ...
  • εκκολάπτομαι στα πολωνικά - luk, kreskować, wyląg, śluza, wylęg, wykluwać, zakreskować, ...
  • εκκρίνω στα πολωνικά - wypuścić, wypuszczanie, zwalniać, spust, wyzwolenie, wersja, puszczenie, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκκλησίασμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zebranie, kongregacja, zgromadzenie, parafia, zbór, wierni