Εκκλησίασμα στα τούρκικα

Μετάφραση: εκκλησίασμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
toplantı, cemaat, cemaatin, cemaati, cemaate, cemaatle
Εκκλησίασμα στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκκλησίασμα

εκκλησίασμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, εκκλησίασμα στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • εκκενώνω στα τούρκικα - boşaltmak, tüketmek, tüketen, incelten, tüketilmesi, tüketir
  • εκκλησία στα τούρκικα - kilise, kilisesi, kilisenin, church, bir kilise
  • εκκολάπτομαι στα τούρκικα - tarama, kapak, heçi, hatch, ambar
  • εκκρίνω στα τούρκικα - makbuz, terlemek, exude, salgılar, sızdırmak
Τυχαίες λέξεις
Εκκλησίασμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: toplantı, cemaat, cemaatin, cemaati, cemaate, cemaatle