Εμβροντησία στα λευκορωσικά

Μετάφραση: εμβροντησία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ступар, ступор, ступару
Εμβροντησία στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμβροντησία

κατατονική εμβροντησία, καταθλιπτική εμβροντησία, εμβροντησία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εμβροντησία στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • εμβολιάζω στα λευκορωσικά - заварваць, заварываць, запарваць
  • εμβολιασμός στα λευκορωσικά - вакцынацыя
  • εμβρόντητος στα λευκορωσικά - нямы, ашаломлены, агаломшаны, прыгаломшаны, здзіўлены, збянтэжаны
  • εμβόλιο στα λευκορωσικά - вакцына
Τυχαίες λέξεις
Εμβροντησία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ступар, ступор, ступару