Εμβροντησία στα φινλανδικά
Μετάφραση: εμβροντησία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ällistys, tyrmistys, hämmästys, horros, tokkuraisuus, stupor, hämärtyvät, horroksessa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβροντησία
κατατονική εμβροντησία, καταθλιπτική εμβροντησία, εμβροντησία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εμβροντησία στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- εμβολιάζω στα φινλανδικά - ympätä, rokottaa, ingrain
- εμβολιασμός στα φινλανδικά - rokotus, rokotuksen, rokotuksia, rokottaminen, rokotusta
- εμβρόντητος στα φινλανδικά - vaitonainen, mykkä, lausumaton, järkyttynyt, tainnutus, hämmästytti, tainnuttaa, ...
- εμβόλιο στα φινλανδικά - rokote, rokotus, rokotteen, rokotetta, rokotteella, rokotteiden
Τυχαίες λέξεις
Εμβροντησία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: ällistys, tyrmistys, hämmästys, horros, tokkuraisuus, stupor, hämärtyvät, horroksessa
Μεταφράσεις: ällistys, tyrmistys, hämmästys, horros, tokkuraisuus, stupor, hämärtyvät, horroksessa