Εξακοντίζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εξακοντίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
страляць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξακοντίζω
εξακοντίζω συνώνυμο, εξακοντίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εξακοντίζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εξαιρετικός στα λευκορωσικά - вялiкi, выключны, вылучны, выключную
- εξακολουθώ στα λευκορωσικά - спажыва, трымаць, гадаваць, пажытак, страва, харчаванне, спажытак, ...
- εξακριβώνω στα λευκορωσικά - ўсталёўваць, усталёўваць, ўстанаўліваць, устанаўліваць, вызначаць
- εξαλείφω στα λευκορωσικά - сціраць, мыць, праць, лугаваць
Τυχαίες λέξεις
Εξακοντίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: страляць
Μεταφράσεις: страляць