Εξακοντίζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: εξακοντίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кидати, скинути, вергати, розкидати, кидання, стріляти
Εξακοντίζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξακοντίζω

εξακοντίζω συνώνυμο, εξακοντίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εξακοντίζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • εξαιρετικός στα ουκρανικά - визначний, знаменитий, славний, несплачений, виключний, винятковий
  • εξακολουθώ στα ουκρανικά - плачі, продовжувати, продовжуватиме, продовжуватимуть, продовжити, далі
  • εξακριβώνω στα ουκρανικά - з'ясувати, пересвідчіться, пересвідчитися, встановлювати, установлювати, встановити
  • εξαλείφω στα ουκρανικά - видалити, стирати, викорінювати, знищувати, ліквідувати, усунути, прати, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξακοντίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: кидати, скинути, вергати, розкидати, кидання, стріляти