Εξορίζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: εξορίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адносіць
Εξορίζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξορίζω

εξορίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εξορίζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • εξοπλισμός στα λευκορωσικά - абсталяванне, абсталяваньне
  • εξορία στα λευκορωσικά - спасылка, спасылка Калі
  • εξοργίζω στα λευκορωσικά - раздражняць, ятрыць, дражніць, раздражнялі
  • εξοργισμένος στα λευκορωσικά - люты
Τυχαίες λέξεις
Εξορίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: адносіць