Εξορίζω στα σλοβακικά
Μετάφραση: εξορίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
exil, emigrant, degradovať, rozkladat, degradovaný
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξορίζω
εξορίζω λεξικό γλώσσας σλοβακικά, εξορίζω στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- εξοπλισμός στα σλοβακικά - zariadenie, zbrojení, výzbroj, výstroj, vybaviť, vyzbrojení, vybavení, ...
- εξορία στα σλοβακικά - emigrant, exil, vyhnanstva, vyhnanstve, vyhnanstvo, zajatia, exile
- εξοργίζω στα σλοβακικά - rozčuľovať, nahnevať, rozculovat
- εξοργισμένος στα σλοβακικά - zúrivý
Τυχαίες λέξεις
Εξορίζω στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: exil, emigrant, degradovať, rozkladat, degradovaný
Μεταφράσεις: exil, emigrant, degradovať, rozkladat, degradovaný