Εξορίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: εξορίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
праќам, потисне, се потисне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξορίζω
εξορίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εξορίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- εξοπλισμός στα σλαβομακεδονικά - опрема, опремата, на опрема, опрема за
- εξορία στα σλαβομακεδονικά - егзил, прогонството, прогонство, егзилот, прогон
- εξοργίζω στα σλαβομακεδονικά - усилвам
- εξοργισμένος στα σλαβομακεδονικά - бесен, гневни, фуриозна, фуриозно, лути
Τυχαίες λέξεις
Εξορίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: праќам, потисне, се потисне
Μεταφράσεις: праќам, потисне, се потисне