Επιπλήττω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: επιπλήττω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ганіць, дакараць, крытыкаваць, мяне дакараць, гудзіць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιπλήττω
επιπλήττω κλιση, επιπλήττω αοριστος, επιπλήττω συνώνυμα, επιπλήττω αγγλικά, επιπλήττω αρχικοι χρονοι, επιπλήττω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, επιπλήττω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- επιπλέον στα λευκορωσικά - дадатковы, дадатковая, дадатковую
- επιπλέω στα λευκορωσικά - плаваць, паплавок, поплавок, паплаўку
- επιπλοκή στα λευκορωσικά - ўскладненне, ускладненне
- επιπλώνω στα λευκορωσικά - абмэбляваць, аздабленне, аддзелка
Τυχαίες λέξεις
Επιπλήττω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ганіць, дакараць, крытыкаваць, мяне дакараць, гудзіць
Μεταφράσεις: ганіць, дакараць, крытыкаваць, мяне дакараць, гудзіць