Επιπλώνω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: επιπλώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абмэбляваць, аздабленне, аддзелка
Επιπλώνω στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιπλώνω

επιπλώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, επιπλώνω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • επιπλήττω στα λευκορωσικά - ганіць, дакараць, крытыкаваць, мяне дакараць, гудзіць
  • επιπλοκή στα λευκορωσικά - ўскладненне, ускладненне
  • επιπολαιότητα στα λευκορωσικά - павярхоўнасць, павярхоўнасьць
  • επιπρόσθετος στα λευκορωσικά - дадатковы, дадатковая, дадатковую
Τυχαίες λέξεις
Επιπλώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: абмэбляваць, аздабленне, аддзелка