Επιπλώνω στα τούρκικα

Μετάφραση: επιπλώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
vermek, verecek, sağlamak, sunması, verecek şekilde
Επιπλώνω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιπλώνω

επιπλώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, επιπλώνω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • επιπλήττω στα τούρκικα - sitem, azar, paylama, ayıplamak, hoşgörmemek, reprove, serzeniflte, ...
  • επιπλοκή στα τούρκικα - komplikasyon, komplikasyonu, komplikasyondur, komplikasyonudur, bir komplikasyon
  • επιπολαιότητα στα τούρκικα - hoppalık, yüzeysellik, yüzeyselliği, superficiality, yüzeysellikte
  • επιπρόσθετος στα τούρκικα - başka, diğer, ek, ilave, ek bir, ayrıntılı, olmayan ilave
Τυχαίες λέξεις
Επιπλώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: vermek, verecek, sağlamak, sunması, verecek şekilde