Επιπλώνω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: επιπλώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
достави, да достави, достават, доставува, обезбедат
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιπλώνω
επιπλώνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, επιπλώνω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- επιπλήττω στα σλαβομακεδονικά - осудат, разобличи, изобличи, ги осудат
- επιπλοκή στα σλαβομακεδονικά - компликација, компликации
- επιπολαιότητα στα σλαβομακεδονικά - површноста, површност, лекомислие
- επιπρόσθετος στα σλαβομακεδονικά - дополнителни, дополнителен, дополнителна, дополнително, дополнителните
Τυχαίες λέξεις
Επιπλώνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: достави, да достави, достават, доставува, обезбедат
Μεταφράσεις: достави, да достави, достават, доставува, обезбедат