Καταπολεμώ στα λευκορωσικά

Μετάφραση: καταπολεμώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
аспрэчваць
Καταπολεμώ στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταπολεμώ

καταπολεμώ συνώνυμο, καταπολεμώ συνώνυμα, καταπολεμώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, καταπολεμώ στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • καταπληκτικός στα λευκορωσικά - дзіўны
  • καταπνίγω στα λευκορωσικά - хаваць, корак, пробка, затор
  • καταποντίζω στα λευκορωσικά - ракавіна
  • καταπραΰνω στα λευκορωσικά - супакойваць, сцішваць, суцяшаць, загаманіла
Τυχαίες λέξεις
Καταπολεμώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: аспрэчваць