Καταπολεμώ στα σουηδικά
Μετάφραση: καταπολεμώ, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
strid, slagsmål, bekämpa, slåss, strida, slag, ifrågasätta, impugn, angripa, sätt ifrågasätta, beskyllning
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταπολεμώ
καταπολεμώ συνώνυμο, καταπολεμώ συνώνυμα, καταπολεμώ λεξικό γλώσσας σουηδικά, καταπολεμώ στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- καταπληκτικός στα σουηδικά - ofantlig, prodigious, enorma, oerhörd, oerhörda
- καταπνίγω στα σουηδικά - kväva, kork, Cork, korken
- καταποντίζω στα σουηδικά - sluka, tvättställ, handfat, sink, diskbänk, diskbänken
- καταπραΰνω στα σουηδικά - ro, lätta, lätthet, trösta, lindra, lugn, lugna, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταπολεμώ στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: strid, slagsmål, bekämpa, slåss, strida, slag, ifrågasätta, impugn, angripa, sätt ifrågasätta, beskyllning
Μεταφράσεις: strid, slagsmål, bekämpa, slåss, strida, slag, ifrågasätta, impugn, angripa, sätt ifrågasätta, beskyllning