Καταπολεμώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: καταπολεμώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kovoti, mūšis, grumtis, kautis, kova, muštis, nuneigti, užginčyti, suabejoti, Pretenzijos, Ginčyti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταπολεμώ
καταπολεμώ συνώνυμο, καταπολεμώ συνώνυμα, καταπολεμώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, καταπολεμώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- καταπληκτικός στα λιθουανικά - stebuklingas, Bajoński, Kolosalny, Magisko, Apbrīnojams
- καταπνίγω στα λιθουανικά - kamštis, kamštienos, kamštinės, kamščio, kamštiniai
- καταποντίζω στα λιθουανικά - kriauklė, kriaukle, grimzdimo, kriauklės, sink
- καταπραΰνω στα λιθουανικά - poilsis, miegas, ramybė, nuraminti, ramina, raminti, malšinti, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταπολεμώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kovoti, mūšis, grumtis, kautis, kova, muštis, nuneigti, užginčyti, suabejoti, Pretenzijos, Ginčyti
Μεταφράσεις: kovoti, mūšis, grumtis, kautis, kova, muštis, nuneigti, užginčyti, suabejoti, Pretenzijos, Ginčyti