Κοπάζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: κοπάζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прытупляецца, прытупляліся, падтупліваюць, падтуплівае, прытупляе
Κοπάζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοπάζω

κοπάζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κοπάζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • κοντός στα λευκορωσικά - кароткi, кароткая, короткая, кароткі, кароткае
  • κοπάδι στα λευκορωσικά - статак, чараду, гурт, чарада
  • κοπή στα λευκορωσικά - рэзка, рэзанне, рэзкі, для рэзкі
  • κοπανίζω στα λευκορωσικά - кнiга, біць
Τυχαίες λέξεις
Κοπάζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прытупляецца, прытупляліся, падтупліваюць, падтуплівае, прытупляе