Κτήμα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κτήμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
добра, маёмасць, маёмасьць
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κτήμα
κτήμα γεροβασιλείου, κτήμα κλεοπάτρα, κτήμα γαία, κτήμα αριάδνη, κτήμα ορίζοντες, κτήμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κτήμα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κρύπτη στα λευκορωσικά - склеп
- κρύσταλλος στα λευκορωσικά - крышталь
- κτήνος στα λευκορωσικά - жывёла, звер, зьвер, зверь
- κτήριο στα λευκορωσικά - будынак
Τυχαίες λέξεις
Κτήμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: добра, маёмасць, маёмасьць
Μεταφράσεις: добра, маёмасць, маёмасьць