Νεότητα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: νεότητα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
моладзь
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νεότητα
νεότητα θήρας, νεότητα ορισμός, νεότητα αποφθέγματα, νεότητα ερμιονίδας, νεότητα αρχιεπισκοπής, νεότητα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, νεότητα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- νεφρό στα λευκορωσικά - нырка, почка, пупышка
- νεωτεριστικός στα λευκορωσικά - мадэрнісцкі
- νεύρο στα λευκορωσικά - нерв, неру, нерва, нэрв
- νεύω στα λευκορωσικά - ківок, кіў
Τυχαίες λέξεις
Νεότητα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: моладзь
Μεταφράσεις: моладзь