Νεότητα στα λιθουανικά
Μετάφραση: νεότητα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
jaunimas, jaunystė, jaunuolis, jaunimo, Youth, jaunimui, jaunimą
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νεότητα
νεότητα θήρας, νεότητα ορισμός, νεότητα αποφθέγματα, νεότητα ερμιονίδας, νεότητα αρχιεπισκοπής, νεότητα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, νεότητα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- νεφρό στα λιθουανικά - inkstas, inkstų, inkstai, inksto, inkstams
- νεωτεριστικός στα λιθουανικά - modernistinė, modernistinį, Modernybės, Modernistyczny, Modernistisks
- νεύρο στα λιθουανικά - nervas, nervų, nervo, nervinių, nervinis
- νεύω στα λιθουανικά - signalas, kinkuoti, linksėjimas, linktelėjimas, linktelėti, linguoti
Τυχαίες λέξεις
Νεότητα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: jaunimas, jaunystė, jaunuolis, jaunimo, Youth, jaunimui, jaunimą
Μεταφράσεις: jaunimas, jaunystė, jaunuolis, jaunimo, Youth, jaunimui, jaunimą