Νεότητα στα ουγγρικά
Μετάφραση: νεότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ifjúkor, ifjúság, fiatalság, Ifjúsági, fiatalok, Youth
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νεότητα
νεότητα θήρας, νεότητα ορισμός, νεότητα αποφθέγματα, νεότητα ερμιονίδας, νεότητα αρχιεπισκοπής, νεότητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, νεότητα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- νεφρό στα ουγγρικά - vese, vese-, a vese, vesében, vesebetegségben
- νεωτεριστικός στα ουγγρικά - innovatív, korszerű, modern szellemű, modernista, modernizmus
- νεύρο στα ουγγρικά - ideg, idegi, idegek, nervus
- νεύω στα ουγγρικά - szemafor, jeladás, indítótárcsa, bólint, bólintással, bólintás, nod, ...
Τυχαίες λέξεις
Νεότητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ifjúkor, ifjúság, fiatalság, Ifjúsági, fiatalok, Youth
Μεταφράσεις: ifjúkor, ifjúság, fiatalság, Ifjúsági, fiatalok, Youth