Ξεσηκώνω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ξεσηκώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
разварушыць, расшавяліць, зварушыць
Ξεσηκώνω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξεσηκώνω

ξεσηκώνω συνώνυμα, ξεσηκώνω συνώνυμο, ξεσηκώνω english, ξεσηκώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ξεσηκώνω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ξερός στα λευκορωσικά - сухi, сухі, сухой, сухім, сухое, сухога
  • ξεσήκωμα στα λευκορωσικά - паўстанне, паўстаньне, чын
  • ξεσκεπάζω στα λευκορωσικά - раскрываць, расчыняць, адкрываць
  • ξεσπώ στα λευκορωσικά - выбух
Τυχαίες λέξεις
Ξεσηκώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: разварушыць, расшавяліць, зварушыць