Οριοθετώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: οριοθετώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вызначаць, вызначыць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οριοθετώ
οριοθετώ english, υιοθετώ στα αγγλικά, υιοθετώ συνώνυμο, οριοθετώ συνώνυμα, οριοθετώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, οριοθετώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- οριακός στα λευκορωσικά - гранічны, лімітавы, межавы, крайні, максімальны
- οριζόντιος στα λευκορωσικά - гарызантальны, гарызантальная, гарызантальную
- ορισμός στα λευκορωσικά - вызначэнне, азначэнне, вызначэньне, азначэньне
- οριστικά στα λευκορωσικά - без, бяз, вызначана, пэўна, дакладна, напэўна, безумоўна
Τυχαίες λέξεις
Οριοθετώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: вызначаць, вызначыць
Μεταφράσεις: вызначаць, вызначыць