Οριοθετώ στα λιθουανικά

Μετάφραση: οριοθετώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atriboti, apibrėžti, patikslinti, atskirti, atskiria
Οριοθετώ στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οριοθετώ

οριοθετώ english, υιοθετώ στα αγγλικά, υιοθετώ συνώνυμο, οριοθετώ συνώνυμα, οριοθετώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, οριοθετώ στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • οριακός στα λιθουανικά - siena, ribinis, nežymus, nedidelis, ribinė, ribinio
  • οριζόντιος στα λιθουανικά - horizontalus, horizontali, horizontaliai, horizontalaus, horizontalios
  • ορισμός στα λιθουανικά - apibrėžimas, apibrėžtis, apibrėžimą, apibrėžimo, apibrėžtį
  • οριστικά στα λιθουανικά - aiškiai, žinoma, tikrai, neabejotinai, galutinai
Τυχαίες λέξεις
Οριοθετώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atriboti, apibrėžti, patikslinti, atskirti, atskiria