Οριοθετώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: οριοθετώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
afbakenen, af te bakenen, bakenen, begrenzen, te bakenen
Οριοθετώ στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οριοθετώ

οριοθετώ english, υιοθετώ στα αγγλικά, υιοθετώ συνώνυμο, οριοθετώ συνώνυμα, οριοθετώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, οριοθετώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • οριακός στα ολλανδικά - marginaal, marginale, randnummer, de marginale
  • οριζόντιος στα ολλανδικά - platliggend, waterpas, horizontaal, horizontale, de horizontale
  • ορισμός στα ολλανδικά - omschrijving, benoeming, aanstelling, afspraak, bepaling, definitie, definition, ...
  • οριστικά στα ολλανδικά - voorgoed, definitief, zeker, absoluut, beslist, zeker de
Τυχαίες λέξεις
Οριοθετώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: afbakenen, af te bakenen, bakenen, begrenzen, te bakenen