Οροθετώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: οροθετώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
размяжоўваць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οροθετώ
υιοθετώ συνώνυμα, οροθετώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, οροθετώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ορνιθοσκαλίσματα στα λευκορωσικά - крамзолі, каракулі, Каракулов
- οροθεσία στα λευκορωσικά - дэмаркацыя
- ορολογία στα λευκορωσικά - тэрміналогія, тэрміналёгія
- οροπέδιο στα λευκορωσικά - плато, плято
Τυχαίες λέξεις
Οροθετώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: размяжоўваць
Μεταφράσεις: размяжоўваць