Συνεσταλμένος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: συνεσταλμένος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нясмелы, кволы, баязлівы, сарамлівы, непалахлівы
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεσταλμένος
συνεσταλμένοσ συνώνυμα, συνεσταλμένος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συνεσταλμένος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- συνεργασία στα λευκορωσικά - супрацоўніцтва, супрацу
- συνεργός στα λευκορωσικά - падбухторшчык, падбухторвае, звадыяш, ініцыятар
- συνετά στα λευκορωσικά - мудра, мудро, разумна
- συνεταιρισμός στα λευκορωσικά - партнёрства, партнэрства
Τυχαίες λέξεις
Συνεσταλμένος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: нясмелы, кволы, баязлівы, сарамлівы, непалахлівы
Μεταφράσεις: нясмелы, кволы, баязлівы, сарамлівы, непалахлівы