Συνεσταλμένος στα νορβηγικά
Μετάφραση: συνεσταλμένος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fryktsom, blyg, engstelig, sky, sjenert, lettskremte, engstelige
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεσταλμένος
συνεσταλμένοσ συνώνυμα, συνεσταλμένος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, συνεσταλμένος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- συνεργασία στα νορβηγικά - kompaniskap, samarbeid, samarbeidet, samarbeids, samarbeide
- συνεργός στα νορβηγικά - tilbehør, ekstra, abettor
- συνετά στα νορβηγικά - klokt, omhu, med omhu, fornuftig, klokelig
- συνεταιρισμός στα νορβηγικά - partnerskap, partnerskapet, samarbeid, samarbeidet, partnerskaps
Τυχαίες λέξεις
Συνεσταλμένος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: fryktsom, blyg, engstelig, sky, sjenert, lettskremte, engstelige
Μεταφράσεις: fryktsom, blyg, engstelig, sky, sjenert, lettskremte, engstelige