Συνεσταλμένος στα ουγγρικά
Μετάφραση: συνεσταλμένος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megbokrosodás, elfutó, félénk, bátortalan, félénkek, félénken
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεσταλμένος
συνεσταλμένοσ συνώνυμα, συνεσταλμένος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συνεσταλμένος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- συνεργασία στα ουγγρικά - együttműködés, együttműködési, együttműködést, együttműködésre, együttműködésben
- συνεργός στα ουγγρικά - tartozékos, cinkostárs, bűnsegéd, bűnrészes
- συνετά στα ουγγρικά - bölcsen, okosan, bölcs
- συνεταιρισμός στα ουγγρικά - társaság, partnerség, partnerségi, partnerséget, partneri
Τυχαίες λέξεις
Συνεσταλμένος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: megbokrosodás, elfutó, félénk, bátortalan, félénkek, félénken
Μεταφράσεις: megbokrosodás, elfutó, félénk, bátortalan, félénkek, félénken