Συνοδεύω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: συνοδεύω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
суправаджаць, спадарожнічаць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνοδεύω
συνοδεύω translation, συνοδεύω στα αγγλικά, συνοδεύω συνώνυμα, συνοδεύω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συνοδεύω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- συννεφιασμένος στα λευκορωσικά - хваля, хмарны, Воблачны, пахмурны, Облачный
- συνοδεία στα λευκορωσικά - суправаджэнне
- συνολικός στα λευκορωσικά - агульны, агульную, агульная
- συνομιλία στα λευκορωσικά - размова, размову, гутарка, гутарку, гаворка
Τυχαίες λέξεις
Συνοδεύω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: суправаджаць, спадарожнічаць
Μεταφράσεις: суправаджаць, спадарожнічаць