Συνοδεύω στα ουγγρικά
Μετάφραση: συνοδεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fedezet, kísér, kísérő, kísérnie, kíséri, kísérik
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνοδεύω
συνοδεύω translation, συνοδεύω στα αγγλικά, συνοδεύω συνώνυμα, συνοδεύω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συνοδεύω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- συννεφιασμένος στα ουγγρικά - borult, felhős, zavaros, borús, polooblačno
- συνοδεία στα ουγγρικά - kíséret, kísérettel, kísérője, kíséretet, kíséretében
- συνολικός στα ουγγρικά - általában, átfogó, iskolaköpeny, munkaköpeny, teljes, összesen, összes, ...
- συνομιλία στα ουγγρικά - beszélgetés, beszélgetést, a beszélgetés, beszélgetésben, társalgás
Τυχαίες λέξεις
Συνοδεύω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fedezet, kísér, kísérő, kísérnie, kíséri, kísérik
Μεταφράσεις: fedezet, kísér, kísérő, kísérnie, kíséri, kísérik