Συνοδεύω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: συνοδεύω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
придружуваат, придружува, ја придружува, го придружуваат, го придружува
Συνοδεύω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνοδεύω

συνοδεύω translation, συνοδεύω στα αγγλικά, συνοδεύω συνώνυμα, συνοδεύω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, συνοδεύω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • συννεφιασμένος στα σλαβομακεδονικά - облачно, облачни, облачен, заматена
  • συνοδεία στα σλαβομακεδονικά - придружба, придружник, придружени, придружба на, придружен
  • συνολικός στα σλαβομακεδονικά - Вкупниот, вкупно, вкупната, вкупното, Вкупно со
  • συνομιλία στα σλαβομακεδονικά - разговор, конверзација, разговорот, конверзацијата, го разговорот
Τυχαίες λέξεις
Συνοδεύω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: придружуваат, придружува, ја придружува, го придружуваат, го придружува