Συνοδεύω στα ουκρανικά

Μετάφραση: συνοδεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ескорт, ескортувати, супроводжуйте, супроводжувати, супроводити, супроводжуватиме, супроводжуватимуть
Συνοδεύω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνοδεύω

συνοδεύω translation, συνοδεύω στα αγγλικά, συνοδεύω συνώνυμα, συνοδεύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συνοδεύω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • συννεφιασμένος στα ουκρανικά - прожилками, плутаний, мрячний, хмарний, хмари, хмарного, похмурий, ...
  • συνοδεία στα ουκρανικά - супровід, супроводження, доповнення
  • συνολικός στα ουκρανικά - всюди, спільний, загальний, спільну, Загальна, загального
  • συνομιλία στα ουκρανικά - бесіда, розмова, розмову, розмови
Τυχαίες λέξεις
Συνοδεύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ескорт, ескортувати, супроводжуйте, супроводжувати, супроводити, супроводжуватиме, супроводжуватимуть