Τραυματισμός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: τραυματισμός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нанясенне, нанясеньне, прычыненне, прычыненьне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τραυματισμός
τραυματισμός σπανούλη, τραυματισμός αναστασίου, τραυματισμός καλουτζέροβιτς, τραυματισμός κόλπου ή εντέρου, τραυματισμός ολαιτάν, τραυματισμός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τραυματισμός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τραυματικός στα λευκορωσικά - траўматычны
- τραυματισμένος στα λευκορωσικά - пацярпелы, пацярпеў, які пацярпеў, пацярпеўшы
- τραχεία στα λευκορωσικά - трахея
- τραχύς στα λευκορωσικά - грубы, грубіянскі, грубага
Τυχαίες λέξεις
Τραυματισμός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: нанясенне, нанясеньне, прычыненне, прычыненьне
Μεταφράσεις: нанясенне, нанясеньне, прычыненне, прычыненьне