Τραυματισμός στα πολωνικά

Μετάφραση: τραυματισμός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
postrzał, rana, ranić, okaleczenie, podstrzelić, zranić, zranienie, raniąc, ranienie, zranienia
Τραυματισμός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τραυματισμός

τραυματισμός σπανούλη, τραυματισμός αναστασίου, τραυματισμός καλουτζέροβιτς, τραυματισμός κόλπου ή εντέρου, τραυματισμός ολαιτάν, τραυματισμός λεξικό γλώσσας πολωνικά, τραυματισμός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • τραυματικός στα πολωνικά - traumatyczny, przyranny, urazowy, pourazowy, traumatyczne, urazowe
  • τραυματισμένος στα πολωνικά - ranny, rannych, faulowany, kontuzjowany, kontuzji
  • τραχεία στα πολωνικά - przetchlinka, tchawica, tchawicy, tchawicę, trachea, tchawice
  • τραχύς στα πολωνικά - burkliwy, brutalny, nieprzyjemny, niespokojny, pobieżny, chrapliwy, kostropaty, ...
Τυχαίες λέξεις
Τραυματισμός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: postrzał, rana, ranić, okaleczenie, podstrzelić, zranić, zranienie, raniąc, ranienie, zranienia