Τραυματισμός στα ουκρανικά
Μετάφραση: τραυματισμός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
потенційний, нанесення, завдання, заподіяння
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τραυματισμός
τραυματισμός σπανούλη, τραυματισμός αναστασίου, τραυματισμός καλουτζέροβιτς, τραυματισμός κόλπου ή εντέρου, τραυματισμός ολαιτάν, τραυματισμός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τραυματισμός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τραυματικός στα ουκρανικά - травматичний
- τραυματισμένος στα ουκρανικά - заведений, постраждалий, потерпілий, постраждав, який постраждав, що постраждав
- τραχεία στα ουκρανικά - трахея
- τραχύς στα ουκρανικά - грубий, шорсткий, сухій, хриплий, чорний, сиплий, сухою, ...
Τυχαίες λέξεις
Τραυματισμός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: потенційний, нанесення, завдання, заподіяння
Μεταφράσεις: потенційний, нанесення, завдання, заподіяння