Τροφικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: τροφικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пажыўны, пажыўная
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τροφικός
τροφικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τροφικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τροφή στα λευκορωσικά - пажытак, ежа, спажыва, спажытак, харч, харчаванне, страва, ...
- τροφαντός στα λευκορωσικά - trofantos
- τροφοδοσία στα λευκορωσικά - грамадскае, грамадская, грамадскую, грамадзкае, грамадскі
- τροφοδοτώ στα λευκορωσικά - гадаваць, есьцi, тапіць, паліць, паліць у
Τυχαίες λέξεις
Τροφικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пажыўны, пажыўная
Μεταφράσεις: пажыўны, пажыўная