Τροφικός στα πολωνικά
Μετάφραση: τροφικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pokarmowy, pożywny, odżywczy, odżywcza, odżywcze, odżywczą
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τροφικός
τροφικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, τροφικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- τροφή στα πολωνικά - jadło, potrawa, pokarm, spód, strawa, pożywienie, odżywianie, ...
- τροφαντός στα πολωνικά - tyć, tęgi, brzuchaty, tłusty, pulchny, korpulentny, zaokrąglony, ...
- τροφοδοσία στα πολωνικά - zaopatrzenie, gastronomia, wyżywienie, catering, gastronomii, gastronomicznych
- τροφοδοτώ στα πολωνικά - paliwo, dożywianie, karmić, tankować, żywić, zasilać, odkarmić, ...
Τυχαίες λέξεις
Τροφικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: pokarmowy, pożywny, odżywczy, odżywcza, odżywcze, odżywczą
Μεταφράσεις: pokarmowy, pożywny, odżywczy, odżywcza, odżywcze, odżywczą