Φανελάκι στα λευκορωσικά

Μετάφραση: φανελάκι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кашуля, рубашка, сарочка
Φανελάκι στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φανελάκι

φανελάκι ανδρικό, φανελάκι μετάφραση, φανελάκι θηλασμού, σακούλες φανελάκι, ισοθερμικό φανελάκι, φανελάκι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, φανελάκι στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • φανατικός στα λευκορωσικά - фанатык, фанатыка, Фанацік
  • φανατισμός στα λευκορωσικά - фанатызм, фанатызму
  • φανερά στα λευκορωσικά - адкрыта, адчынена, адкрыты, адкрытае
  • φανερός στα λευκορωσικά - адкрыты, відавочны, відавочная, відавочную, відавочнае
Τυχαίες λέξεις
Φανελάκι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: кашуля, рубашка, сарочка