Ωριμότητα στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ωριμότητα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сталасць, спеласць, сталасьць, сьпеласьць, сталасці
Ωριμότητα στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ωριμότητα

ωριμότητα ανωριμότητα, ωριμότητα ορισμός, ωριμότητα ψυχολογία, σχολική ετοιμότητα, ωριμότητα πλακούντα, ωριμότητα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ωριμότητα στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ωριαίος στα λευκορωσικά - штогадзіны, кожную гадзіну, штогадзінна, кожную, штогадзіну
  • ωριμάζω στα λευκορωσικά - сьпелы, сьпець, спелы, сталы, дарослы
  • ωρύομαι στα λευκορωσικά - гарлапаніць, крычаць, араць, орать, галасіць
  • ωστόσο στα λευκορωσικά - яшчэ, аднак, але
Τυχαίες λέξεις
Ωριμότητα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: сталасць, спеласць, сталасьць, сьпеласьць, сталасці