Ανωτερότητα στα λιθουανικά
Μετάφραση: ανωτερότητα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pranašumas, pranašumą, pranašumo, viršenybė, pranašesnis
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανωτερότητα
ανωτερότητα συνώνυμα, φυλετική ανωτερότητα, αποφθέγματα ανωτερότητα, ανωτερότητα λεξικό, ανωτερότητα ορισμός, ανωτερότητα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ανωτερότητα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ανωμαλία στα λιθουανικά - anomalija, anomalijos, anomalijoms, apsigimimą, anomalijų
- ανωριμότητα στα λιθουανικά - nesubrendimas, nebrandumą, nesubrendimą, nebrandumas, nesubrendimo
- ανωφελής στα λιθουανικά - nepelningas, Neapsimoka, pelno ir naudos, Nepelno, Bezkorzystny
- ανόητος στα λιθουανικά - absurdiškas, kvailas, apgauti, kvailys, apkvailinti, Kvaily
Τυχαίες λέξεις
Ανωτερότητα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pranašumas, pranašumą, pranašumo, viršenybė, pranašesnis
Μεταφράσεις: pranašumas, pranašumą, pranašumo, viršenybė, pranašesnis