Αποστερώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: αποστερώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atimti, atimti kam nors kažką, Laupīt, netekti, atplėšti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποστερώ
αποστερώ σύνταξη, αποστερώ συνωνυμο, αποστερώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αποστερώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αποστατώ στα λιθουανικά - trūkumas, dėmė, renegatiškas, renegatas, persimetėlis, atskilėlis, Renegade
- αποστειρώνω στα λιθουανικά - sterilizuoti, sterilizuojama, sterilizuokite, Nesterilizuokite
- αποστολή στα λιθουανικά - krovinys, našta, misija, misijos, misiją, atstovybė, užduotis
- αποστολικός στα λιθουανικά - apaštalų, apaštališkasis, apaštališka, apaštališkoji, apaštalinė
Τυχαίες λέξεις
Αποστερώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atimti, atimti kam nors kažką, Laupīt, netekti, atplėšti
Μεταφράσεις: atimti, atimti kam nors kažką, Laupīt, netekti, atplėšti