Αποστερώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: αποστερώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beroven, beroofd, van kinderen beroven, kinderen beroven, beroofd en
Αποστερώ στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποστερώ

αποστερώ σύνταξη, αποστερώ συνωνυμο, αποστερώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αποστερώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αποστατώ στα ολλανδικά - gebrek, tekort, tekortkoming, euvel, afwezigheid, defect, gemis, ...
  • αποστειρώνω στα ολλανδικά - steriliseren, te steriliseren, steriliseer, gesteriliseerd, steriliseren van
  • αποστολή στα ολλανδικά - vracht, missie, zending, opdracht, afvaardiging, taak, delegatie, ...
  • αποστολικός στα ολλανδικά - apostolisch, apostolische, de apostolische, Apostolic
Τυχαίες λέξεις
Αποστερώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: beroven, beroofd, van kinderen beroven, kinderen beroven, beroofd en